cale.gif (70 octets)

logoreal.gif (3730 octets)


Ιστοσελίδα eurEAU@ctions

Σχέδιο παρουσίασης της δουλειάς που πραγματοποιήθηκε στον ποταμό Λούσιο από την ομάδα του Λεοντείου Λυκείου Νέας Σμύρνης

ΜΕΡΟΣ Α: ΚΕΙΜΕΝΟ

Ο νομός Αρκαδίας
Θέση - Πληθυσμός
Ανάγλυφο – Υδρογραφικό δίκτυο
Βλάστηση
Κλίμα

Το φαράγγι του Λούσιου
Πανίδα - Χλωρίδα
Μοναστηριακά κτίσματα
Προβιομηχανικές εγκαταστάσεις: Υπαίθριο μουσείο υδροκίνησης

Εργασία στο πεδίο
Σταθμός 1
Σταθμός 2
Σταθμός 3

Ο ΝΟΜΟΣ ΑΡΚΑΔΙΑΣ

 

 

Θέση - Πληθυσμός

Με έκταση 4.419 km2 η Αρκαδία είναι ο μεγαλύτερος νομός της Πελοποννήσου και ο συνολικός πληθυσμός της είναι σήμερα 105.000 κάτοικοι. Το ορεινό ανάγλυφο και η δυσκολία προσπέλασης της πελοποννησιακής ενδοχώρας δεν ευνόησαν τη δημιουργία μεγάλων αστικών κέντρων στην περιοχή. Η μεγαλύτερη πόλη και πρωτεύουσα του νομού, η Τρίπολη, έχει μόλις 22.500 κατοίκους και, όπως φαίνεται και στον πίνακα που ακολουθεί, ο πληθυσμός των κυριότερων αστικών κέντρων της Αρκαδίας είναι πολύ περιορισμένος.

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΕΠΑΡΧΙΕΣ ΑΡΚΑΔΙΑΣ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΕΣ ΕΠΑΡΧΙΩΝ
Μαντινεία Τρίπολη (22500 κατ.)
Μεγαλόπολη Μεγαλόπολη (4700 κατ.)
Κυνουρία Λεωνίδιο (3800 κατ.)
Γορτυνία Δημητσάνα (750 κατ.)

Ανάγλυφο – Υδρογραφικό δίκτυο

Οριοθετημένη από τις κορυφογραμμές βουνών, η Αρκαδία έχει μοναδική πρόσβαση στη θάλασσα από το παράλιο μέτωπο της Κυνουρίας, όπου καταλήγουν οι ανατολικές πλαγιές του Πάρνωνα. Την ενδοχώρα διατρέχει ο όγκος του Μαίναλου χωρίζοντας την Αρκαδία σε ανατολική και δυτική. Η ανατολική Αρκαδία, κλεισμένη ανάμεσα στη διαδοχή των βουνών που αποτελούν τα βορειοανατολικά της όρια (Σαϊτάς, Ολίγυρτος, Τραχύ, Λύρκειο, Αρτεμίσιο, Κτενιάς, Παρθένι) και το Μαίναλο, αποτελείται από διαδοχικές κλειστές λεκάνες (δολίνες), που χωρίζονται από μικρούς ασβεστολιθικούς όγκους. Τα νερά στις λεκάνες αυτές δεν απορρέουν επιφανειακά, αλλά χάνονται σε υπόγεια δίκτυα μέσα από καταβόθρες, ενώ μέρος τους καταλήγει μέσα από υπόγειους ποταμούς στις υποθαλάσσιες πηγές γλυκού νερού στον Αργολικό Κόλπο. Από τις βορειότερες απολήξεις του Πάρνωνα ξεκινούν οι ρεματιές που σχηματίζουν τον Τάνο ποταμό, ο οποίος εκβάλλει στο Άστρος, ενώ τις απορροές της ανατολικής πλευράς του βουνού συγκεντρώνουν ο Βρασιώτης, που καταλήγει στην παραλία του Αγίου Ανδρέα και ο Δαφνιάς νοτιότερα, που τροφοδοτεί τα πηγάδια της περιοχής του Λεωνιδίου. Το νοτιοανατολικό τμήμα του νομού Αρκαδίας αποτελεί η Κυνουρία, με έντονο ορεινό χαρακτήρα και αυτή, αν και έρχεται σε επαφή με τη θάλασσα, αφού τον κύριο κορμό της αποτελεί ο μεγάλος ορεινός όγκος του Πάρνωνα και οι ακτές της είναι, με εξαίρεση τις περιοχές του Άστρους και του Λεωνιδίου, απόκρημνες και βραχώδεις.

Στη δυτική Αρκαδία, ο ασβεστόλιθος εναλλάσσεται με φλύσχη και τα άφθονα επιφανειακά νερά, τα ρυάκια και οι ποταμοί, σχηματίζουν το μεγάλο ποτάμι, τον Αλφειό, που εκβάλλει στο Ιόνιο Πέλαγος. Ο ορεινός όγκος του Μαίναλου τροφοδοτεί μεγάλο μέρος των απορροών αυτών, τόσο του κυρίως Αλφειού, αφού στην καρδιά του βουνού γεννιέται ο παραπόταμος του Ελισσώνας, όσο και του Λάδωνα στα βόρεια με τον Τράγο ποταμό, που ξεκινάει από την περιοχή της Βυτίνας. Ο Αλφειός τροφοδοτείται επίσης και από απορροές του βόρειου Ταΰγετου και των Βρωμοβρυσαίικων βουνών, ενώ οι πηγές του, στην περιοχή της Ασέας, τροφοδοτούνται κυρίως υπογείως από νερά της λεκάνης της Τεγέας, στα νότια της Τρίπολης. Ο Λάδωνας, που επίσης σμίγει με τον Αλφειό στις παρυφές της Ηλείας, συγκεντρώνει νερά από τα νότια παρακλάδια του Χελμού και από το Αφροδίσιο, βουνό στο βορειοδυτικό άκρο του νομού Αρκαδίας. Ένα ακόμη ποτάμι, ο Λούσιος, συλλέγει το μεγαλύτερο μέρος των νερών των Γορτυνιακών βουνών, προέκταση του Μαίναλου προς τα δυτικά, για να τα διοχετεύσει, μέσα από το εντυπωσιακό φαράγγι που έσκαψε στο πέρασμα του, στον Αλφειό.

Βλάστηση

Η βλάστηση στη δυτική Αρκαδία εμφανίζει μεγαλύτερη ποικιλία απ’ ότι στην ανατολική. Πυκνά δάση από έλατα σκεπάζουν τον όγκο του Μαινάλου και τις ψηλότερες κορυφές των Γορτυνιακών βουνών καθώς και το βόρειο Ταΰγετο. Στα νότια της Μεγαλόπολης υπάρχουν εκτεταμένα δάση με βελανιδιές. Οι θαμνώνες, κυρίαρχο στοιχείο της βλάστησης των μεσαίων υψομέτρων, ποικίλουν σε σύνθεση ανάλογα με το υπόστρωμα. Στις περιοχές με ασβεστόλιθο κυριαρχούν το πουρνάρι (Quercus coccifera) και το σφεντάμι (Acer creticum) μαζί με την ασφάκα (Phlomis fruticosa), ενώ τις περιοχές με φλύσχη καλύπτει συνήθως η μακκία βλάστηση, ένα πυκνό θαμνοτόπι με αγριοκουμαριές (Arbutus andrachne) και ρείκια (Erica verticillata). Διάσπαρτες μέσα στα δάση από βελανιδιές και τους θαμνώνες ορθώνονται μικρές συστάδες κυπαρισσιών, χαρακτηριστικές του πελοποννησιακού τοπίου. Στις όχθες των μεγάλων ποταμών φυτρώνουν κυρίως πλατάνια και ιτιές. Το πιο εντυπωσιακό στοιχείο του τοπίου της δυτικής Αρκαδίας και ιδιαίτερα της Γορτυνίας είναι η διαμόρφωση των πλαγιών σε πεζούλες. Πολλές από αυτές είναι φυτεμένες με ελιές, ενώ όπου οι καλλιέργειες εγκαταλείφθηκαν επεκτείνεται το θαμνοτόπι ανακαταλαμβάνοντας τα εδάφη που του άνηκαν. Στο νοτιοανατολικό τμήμα του νομού Αρκαδίας δεσπόζει ο ορεινός όγκος του Πάρνωνα, του οποίου οι περισσότερες κορυφές και πλαγιές είναι δασωμένες με έλατα και μαυρόπευκα (Pinus nigra). Στα ανατολικά του κυρίως όγκου του Πάρνωνα εκτείνεται μια μεγάλη περιοχή με τραχύ ανάγλυφο όπου κυριαρχεί το πουρνάρι (Quercus coccifera). Τέλος, στην παράλια ζώνη η παρουσία της ελιάς και ιδιαίτερα της χαρουπιάς τονίζουν έντονα το μεσογειακό χαρακτήρα της.

Κλίμα
Λόγω του έντονου ανάγλυφου και του αποκλεισμού από τις θαλάσσιες επιρροές, το κλίμα της Αρκαδίας χαρακτηρίζεται ως ένας τύπος ορεινού κλίματος μέσα στο πλαίσιο του ηπειρωτικού μεσογειακού. Έτσι, αν και τα παράλια της Πελοποννήσου εντάσσονται στις θερμότερες ζώνες της χώρας, στην αρκαδική ενδοχώρα οι θερμοκρασίες είναι πολύ χαμηλότερες. Ενδεικτικά στην Τρίπολη η ελάχιστη θερμοκρασία τον Ιανουάριο φθάνει το πολύ τους 1,3°C, ενώ η απόλυτη ελάχιστη κατεβαίνει μέχρι τους –17°C. Αυξημένες είναι και οι βροχοπτώσεις στην ενδοχώρα, με μια μείωση από τα δυτικά προς τα ανατολικά. Το μέσο ετήσιο ύψος βροχής στην Τρίπολη φθάνει τα 900mm, ενώ στην Βαμβακού (στον Πάρνωνα) δεν ξεπερνά τα 550mm. Στους πίνακες που ακολουθούν δίνονται οι μέσες τιμές της Αρκαδίας για ορισμένες κλιματολογικές παραμέτρους.

 

 

 

 

 

Μέση μηνιαία μέγιστη / ελάχιστη θερμοκρασία (?C) Μέση ημερήσια βροχόπτωση (mm)


Μέση ημερήσια ηλιοφάνεια
(ώρες)

 

ΤΟ ΦΑΡΑΓΓΙ ΤΟΥ ΛΟΥΣΙΟΥ

Πανίδα – Χλωρίδα
Ο Λούσιος, στη σύντομη πορεία του από το οροπέδιο της Καρκαλούς μέχρι τη συμβολή του με τον Αλφειό, συγκεντρώνει έναν εντυπωσιακό όγκο νερών και χαράζει βαθιά μέσα στην ασβεστολιθική μάζα της Γορτυνίας ένα από τα ομορφότερα φαράγγια της Πελοποννήσου. Οι εκτεταμένες ορθοπλαγιές του φαραγγιού φιλοξενούν πολλά βραχόβια φυτικά είδη και αποτελούν ορμητήριο για πλήθος πουλιών, όπως είναι το βραχοκιρκίνεζο (Falco tinnunculus), ο βραχοτσοπανάκος (Sitta neumayer), το βραχοχελίδονο (Ptyonoprogne rupestris), οι κάργιες (Corvus monedula) και τα αγριοπερίστερα (Columba livia). Κοντά στις όχθες του ποταμού βρίσκουν καταφύγιο διάφορα είδη αμφίβιων, ερπετών, πτηνών και θηλαστικών όπως η σαλαμάνδρα (Salamandra salamandra), ο σβελτοβάτραχος (Rana dalmatina), η δεντρογαλιά (Coluber gemonensis), το ξεφτέρι (Accipiter nisus), και η ενυδρίδα (Lutra lutra) σπάνιο θηλαστικό των καθαρών ποταμών. Τέλος, οι συνθήκες στο φαράγγι είναι ιδιαίτερα ευνοϊκές για τις νυχτερίδες, καθώς μπορούν να περνούν την ημέρα αλλά και ολόκληρο το χειμώνα στις σπηλιές και τα εγκαταλελειμμένα μοναστηριακά κτίσματα.

Η πλούσια βλάστηση από πουρνάρια (Quercus coccifera), αριές (Quercus ilex), γαύρους (Carpinus betulus), δάφνες (Laurus nobilis), ράμνους (Rhamnus frangula), οστρυές (Ostrya carpinifolia), φυλλίκια (Phillyrea latifolia), σφεντάμια, βελανιδιές (Quercus brachyphylla), κυπαρίσσια (Cupressus sempervirens), και πλατάνια βρήκε κατάλληλες συνθήκες και προστασία στις πλαγιές και τις όχθες του ποταμού. Σημαντική είναι επίσης η παρουσία αγριολούλουδων όπως το κυκλάμινο (Cyclamen repandum), η πρίμουλα (Primula vulgaris), η τουλίπα (Tulipa orphanidea), η ίρις (Iris ungricularis) και οι ορχιδέες (Orchis italica, Orchis papillionacea, Limodorum abortivum, Ophrys mammosa).

Μοναστηριακά κτίσματα
Η χαράδρα του Λούσιου αποτελούσε, από τον 8ο αιώνα, τόπο ασκήσεως ορθόδοξων μοναχών. Τότε συναντάμε διάφορες σκήτες και μικρά παρεκκλήσια κτισμένα στους απόκρημνους βράχους της χαράδρας. Υπάρχουν περισσότερα από 50 σκήτες και ναοί και μεμονωμένα ασκητήρια επώνυμα και ανώνυμα. Πρώτο κοινόβιο μοναστήρι που κτίσθηκε το 967 είναι η παλαιά μονή Φιλοσόφου. Κατόπιν, έρχεται η μονή Προδρόμου το 1167 και ακολουθούν, η παλαιά μονή Καλαμίου το 1400, η μονή Ζωοδόχου Πηγής Στεμνίτσας το 1443, η μονή Αιμυαλών το 1600, η μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρος τον 17ο αιώνα, η μοvή Αγίου Δημητρίου το 1670, η νέα μονή Φιλοσόφου το 1691 και η νέα μονή Καλαμίου το 1713. Απ' όλες τις ανωτέρω αναφερόμενες μονές, σήμερα διατηρούνται μόνον τέσσερις, ήτοι: μονή Προδρόμου, Φιλοσόφου, Αιμυαλών και Καλαμίου.

Προβιομηχανικές εγκαταστάσεις : Υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης
Γύρω από τον υδάτινο κορμό του ποταμού Λούσιου λειτούργησε, για πέντε τουλάχιστον αιώνες (16ος-20ος αι.), μια αλυσίδα από προβιομηχανικές εγκαταστάσεις, που εξυπηρετούσαν τις ζωτικές ανάγκες των χωριών και των μοναστηριών της Γορτυνίας. Κινητήρια δύναμη αυτών των εγκαταστάσεων ήταν το τρεχούμενο νερό. Το Υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης στη Δημητσάνα αποτελεί μία ζωντανή μαρτυρία ενός τρόπου ζωής και, βέβαια, επαγγελμάτων που χάθηκαν. Είναι το πρώτο ανοιχτό μουσείο στην Ελλάδα που αναφέρεται στην προβιομηχανική τεχνολογία και στους χώρους του ξαναζωντανεύουν οι τρόποι παραγωγής και μεταποίησης των παππούδων μας, που μοιάζουν προϊστορικοί στα μάτια των παιδιών μας. Περιλαμβάνει αποκαταστημένα τα κτίσματα ενός αλευρόμυλου, ενός βυρσοδεψείου ενός μπαρουτόμυλου και ενός αποστακτήριου σταφυλιών για την παραγωγή ρακής. Στον αλευρόμυλο λειτουργεί μια νεροτριβή και ένας υδρόμυλος άλεσης σιτηρών. Στο κτίσμα του μπαρουτόμυλου έχει επίσης αποκατασταθεί ένας υδροκίνητος μηχανισμός παρασκευής μπαρούτης με κοπάνια. Πρόκειται για χαρακτηριστικό μηχανισμό, που λειτούργησε στα χρόνια του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα του 1821 στη Δημητσάνα και αντικαταστάθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα από μηχανισμούς άλλου τύπου. Μέσα και έξω από τα κτίσματα, με μοντέρνα μουσειολογική αντίληψη και σύγχρονα εποπτικά μέσα, δίνονται πληροφορίες για την παραδοσιακή τεχνολογία με την οποία παρασκευάζονταν το μπαρούτι, γίνονταν η κατεργασία του δέρματος και των υφαντών και αλέθονταν τα σιτηρά. Το συγκρότημα που περικλείεται στο μουσείο είναι ένα μικρό δείγμα των ερειπωμένων σήμερα βιοτεχνικών εγκαταστάσεων που ακολουθούν τη ροή του νερού των πηγών του Αϊ-Γιάννη, αλλά και αυτών (περισσότερων από εκατό) που βρίσκονταν κατά μήκος του ποταμού Λούσιου και τροφοδοτούσαν την τότε ανθηρή οικονομία των γύρω χωριών και οικισμών.

ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΠΕΔΙΟ

Σταθμός 1
Ημερομηνία: 25/11/2000
Ώρα: 10:30
Ομάδα εργασίας: Λεόντειο Λύκειο Νέας Σμύρνης
Καιρός: βροχερός
Θερμοκρασία αέρα: 12°C

Γενικά
Αύξων αριθμός (συμβατικός) σταθμού: 1
Υδάτινη οδός: ποταμός Λούσιος
Περιγραφή σταθμού: Πηγές του Λούσιου δίπλα στην εκκλησία της Αγίας Παρασκευής,

2,5 km βορειοδυτικά από το χωριό Καλονέρι.

Υψόμετρο: 1000m
Γεωγραφικό πλάτος (βόρειο): 37° 40' 23''
Γεωγραφικό μήκος (ανατολικό): 22° 03' 22''
Γεωλογία / Τύπος υπεδάφους: ασβεστόλιθος
Κατηγορία σταθμού: πηγή

Τοποθεσία - Περιβάλλον
Τύπος κοιλάδας: πλατειά
Υδάτινη διαδρομή: ευθεία
Ροή: γρήγορη
Δομή όχθεων: τεχνητές
Περιβάλλον: αγροτικό
Σκίαση: ελαφρά
Κύρια χρήση ύδατος: ανεκμετάλλευτο

Αρχικές παρατηρήσεις
Βλάστηση μέσα στο νερό: φύκη και βρυόφυτα
Χρωματισμός ύδατος: κανένας
Θολερότητα: καμία
Οσμή: καμία

Χημικές παράμετροι

Για τον προσδιορισμό των χημικών παραμέτρων χρησιμοποιήθηκαν αντιδραστήρια και βοηθήματα από τα βαλιτσάκια :

Aquamerck 1.11151.0001
Aquamerck 1.11106.0001

Παράμετροι που προσδιορίστηκαν με χρωματομετρικές μεθόδους (χρήση χρωματομετρικών κλιμάκων)

pH: 7 - 7,5
Νιτρώδη (NO2-) : 0 – 0,025 mg/l
Νιτρικά (NO3-): 0 – 10 mg/l
Ορθοφωσφορικά (PO43-): 0 - 0,25 mg/l
Αμμωνιακά (NH4+): 0 – 0,2 mg/l

Παράμετροι που προσδιορίστηκαν με μεθόδους τιτλοδότησης (χρήση βαθμονομημένων σιφωνίων)

Ιόντα χλωρίου (Cl-): 13 mg/l
Ολική σκληρότητα (Ca2+ + Mg2+): 10 ?d
Ανθρακική σκληρότητα (HCO3- + CO32-): 11 ?d
Διαλυμένο οξυγόνο (O2): 8,5 mg/l

 

Σταθμός 2


Ημερομηνία: 25/11/2000
Ώρα: 11:15
Ομάδα εργασίας: Λεόντειο Λύκειο Νέας Σμύρνης
Καιρός: βροχερός
Θερμοκρασία αέρα: 12°C

Γενικά
Αύξων αριθμός (συμβατικός) σταθμού: 2
Υδάτινη οδός: ποταμός Λούσιος
Περιγραφή σταθμού: Οροπέδιο, 3 km νοτιοδυτικά του χωριού Καρκαλού δίπλα στον

επαρχιακό δρόμο προς Δημητσάνα.

Υψόμετρο: 950m
Γεωγραφικό πλάτος (βόρειο): 37° 37' 44''
Γεωγραφικό μήκος (ανατολικό): 22° 03' 45''
Γεωλογία / Τύπος υπεδάφους: ασβεστόλιθος
Κατηγορία σταθμού: μικρό ποτάμι
Σημείο δειγματοληψίας: δεξιά όχθη

Τοποθεσία - Περιβάλλον
Τύπος κοιλάδας: πλατειά
Υδάτινη διαδρομή: ελικοειδής
Ροή: γρήγορη
Δομή όχθεων: φυσικές
Κλίση αριστερής όχθης: ανύπαρκτη
Κλίση δεξιάς όχθης: ανύπαρκτη
Υπόστρωμα του πυθμένα: χαλίκι
Πλάτος: 6,3m
Περιβάλλον: αγροτικό
Σκίαση: καμία
Φυτοκάλυψη όχθεων: σποραδική
Κατηγορίες φυτών: πόες
Κύρια χρήση ύδατος: ανεκμετάλλευτο

Αρχικές παρατηρήσεις
Βλάστηση μέσα στο νερό: φύκη και βρυόφυτα
Κάτω πλευρά λίθων της κοίτης: μερικώς σκούρα
Χρωματισμός ύδατος: κανένας
Θολερότητα: καμία
Οσμή: καμία

Χημικές παράμετροι

Για τον προσδιορισμό των χημικών παραμέτρων χρησιμοποιήθηκαν αντιδραστήρια και βοηθήματα από τα βαλιτσάκια:

Aquamerck 1.11151.0001
Aquamerck 1.11106.0001

Παράμετροι που προσδιορίστηκαν με χρωματομετρικές μεθόδους (χρήση χρωματομετρικών κλιμάκων)

pH: 7 - 7,5
Νιτρώδη (NO2-) : 0 – 0,025 mg/l
Νιτρικά (NO3-): 0 – 10 mg/l
Ορθοφωσφορικά (PO43-): 0 - 0,25 mg/l
Αμμωνιακά (NH4+): 0 – 0,2 mg/l

Παράμετροι που προσδιορίστηκαν με μεθόδους τιτλοδότησης (χρήση βαθμονομημένων σιφωνίων)

Ιόντα χλωρίου (Cl-): 10 mg/l
Ολική σκληρότητα (Ca2+ + Mg2+): 10 ?d
Ανθρακική σκληρότητα (HCO3- + CO32-): 12 ?d
Διαλυμένο οξυγόνο (O2): 8,8 mg/l

Βιολογικοί δείκτες
Προσδιορισμός βιολογικού δείκτη με τη μέθοδο των Tuffery και Verneaux.

Κατανομή συστηματικών μονάδων μικροπανίδας ασπόνδυλων που αναγνωρίστηκαν:

Ομάδα 1. Πλεκόπτερα, Ecdyonuridae: 2
Ομάδα 2. Τριχόπτερα με θήκη: 4
Ομάδα 3. Ancylidae, Εφημερόπτερα πλην Ecdyonuridae: 1
Ομάδα 4. Aphelocheirus, Αμφίποδα, Oδοντόγναθα, Μαλάκια πλην Sphaeridae: 0
Ομάδα 5. Sphaeridae, Hirunidae, Ημίπτερα πλην Aphelocheirus, Asellus: 0
Ομάδα 6. Tubificidae, Chironomidae: 0
Ομάδα 7. Syrphidae: 0

Βιοδείκτης που προκύπτει: 8 (ελάχιστη ρύπανση)

Φυσικές παράμετροι

Ταχύτητα ύδατος: 0,5 m/s
Παροχή ύδατος: 0,4 m3/s
Μέσο βάθος: 0,3 m
Μέθοδος προσδιορισμού παροχής: συνδυασμός διατομής κοίτης και ταχύτητας ύδατος
Θερμοκρασία νερού: 13 ?C

Σταθμός 3

·
Ημερομηνία: 25/11/2000
Ώρα: 14:15
Ομάδα εργασίας: Λεόντειο Λύκειο Νέας Σμύρνης
Καιρός: βροχερός
Θερμοκρασία αέρα: 14°C

Γενικά
Αύξων αριθμός (συμβατικός) σταθμού: 3
Υδάτινη οδός: Κεφαλάρι Αγίου Ιωάννη
Περιγραφή σταθμού: Υπαίθριο μουσείο υδροκίνησης, Δημητσάνα
Υψόμετρο: 850m
Γεωγραφικό πλάτος (βόρειο): 37° 35' 08''
Γεωγραφικό μήκος (ανατολικό): 22° 02' 40''
Γεωλογία / Τύπος υπεδάφους: ασβεστόλιθος
Κατηγορία σταθμού: ρέμα

Τοποθεσία - Περιβάλλον
Τύπος κοιλάδας: με ενδιάμεση κλίση
Υδάτινη διαδρομή: διακλαδισμένη
Ροή: καταρράκτης
Δομή όχθεων: μερικώς φυσικές
Πλάτος: 1,5m
Περιβάλλον: αγροτικό
Σκίαση: ελαφρά
Φυτοκάλυψη όχθεων: πυκνή
Κατηγορίες φυτών: πόες, πλατύφυλλα δένδρα
Κύρια χρήση ύδατος: ανεκμετάλλευτο

Αρχικές παρατηρήσεις
Βλάστηση μέσα στο νερό: φύκη και βρυόφυτα
Χρωματισμός ύδατος: κανένας
Θολερότητα: ελαφρά
Προέλευση θολερότητας: ανόργανα άλατα
Οσμή: καμία

Χημικές παράμετροι

Για τον προσδιορισμό των χημικών παραμέτρων χρησιμοποιήθηκαν αντιδραστήρια και βοηθήματα από τα βαλιτσάκια:

Aquamerck 1.11151.0001
Aquamerck 1.11106.0001

Παράμετροι που προσδιορίστηκαν με χρωματομετρικές μεθόδους (χρήση χρωματομετρικών κλιμάκων)

pH: 7,5 - 8
Νιτρώδη (NO2-) : 0,05 – 0,075 mg/l
Νιτρικά (NO3-): 0 – 10 mg/l
Ορθοφωσφορικά (PO43-): 0 - 0,25 mg/l
Αμμωνιακά (NH4+): 0,2 – 0,4 mg/l

Παράμετροι που προσδιορίστηκαν με μεθόδους τιτλοδότησης (χρήση βαθμονομημένων σιφωνίων)

Ιόντα χλωρίου (Cl-): 19 mg/l
Ολική σκληρότητα (Ca2+ + Mg2+): 10 ?d
Ανθρακική σκληρότητα (HCO3- + CO32-): 13 ?d
Διαλυμένο οξυγόνο (O2): 8,5 mg/l

UNIVERSITE DE LIEGE